Η Ελλαδα δεσμια της τρoϊκας ( Ε.Ε, ΕΚΤ,ΔΝΤ)
Γράφει ο Γ. Βαζάκας - εκπαιδευτικός
Δεν πάει πολύς καιρός - ήταν η 25η Μαρτίου 2010- όταν στη σύνοδο κορυφής της ευρωζώνης οι ηγέτες της σύστησαν επίσημα την Ελλάδα στο ΔΝΤ. Και ο κληρονομικώ δικαίω προθυπουργός Γ. Παπανδρέου ο Γ υποστήριξε και υποστηρίζει ότι η επιλογή αυτή είναι μονόδρομος και η χώρα μας οφείλει να τον ακολουθήσει. Να τον πιστέψουμε; Αναρωτιέται ο καθηγητής της Φιλοσοφίας Ευτύχης Μπιτσάκης και περίπου συνεχίζει: « Αν δεν ήξερε την κατάσταση, όταν ο Καραμανλής, έξυπνα φερόμενος για μοναδική ίσως φορά στη ζωή του, του παραχώρησε την εξουσία , τότε θα έπρεπε να πάει σπίτι του. Όμως, αν δεν ήξερε ο ίδιος , ήξεραν οι σύμβουλοί του Ελληνες και ξένοι. Ελεγε λοιπόν « Υπάρχουν λεφτά !, Είναι πολλά τα λεφτά , πού πήγαν τα λεφτά;» Και όταν φάνηκε γυμνή η αλήθεια , αντί να δει τι θα ήταν δυνατό να περισωθεί βγήκε στα κεραμίδια με τις άστοχες και αστόχαστες δηλώσεις του: Η χώρα είναι σε κώμα! Είναι στην εντατική! Τιτανικός! Οδύσσεια του λαού μας! Το περίστροφο στο τραπέζι! Κινδυνεύει η Ελλάδα να απολέσει μέρος της εθνικής της ανεξαρτησίας! Επί Γεωργίου Παπανδρέου του Α, πριν από 65 χρόνια η χώρα ετέθη υπό καθεστώς υποτέλειας. Επί Γεωργίου Παπανδρέου του Β υποβαθμίστηκε σε νομαρχία της Ε.Ε.
Ηταν όμως μονόδρομος η κατολίσθηση στο μηχανισμό στήριξης ( Ε.Ε, ΕΚΤ, ΔΝΤ); Ας δεχτούμε ότι ο Γ. Παπανδρέου γνώριζε την κατάσταση: Αντί, λοιπόν, να υπονομεύει τη χώρα με τις ιερεμιάδες του, (κοινώς κλάψες του) έπρεπε, προτού ξεσπάσει η κρίση, να προλάβει να συνάψει δάνεια με τους κερδοσκόπους ( που με καλλιέπεια ονομάζονται αγορές ) με λιγότερο επιζήμιους οικονομικά όρους. Αλλά αλαφιασμένος ή γνωρίζοντας τι κάνει, άνοιξε την όρεξη σε διεθνείς και μη επενδυτές, που δεν έχουν επενδύσει στη μία και έξω χρεοκοπία της, αλλά στον αργό θάνατό της.
Μονόδρομος, λοιπόν, ο καιάδας του ΔΝΤ; Οχι! Η χώρα διαθέτει 300 δισ. ευρώ σε καταθέσεις. Θα μπορούσε, λοιπόν, η κυβέρνηση να εκδώσει έντοκα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου με επιτόκιο, π.χ. 3,5 %. Έτσι : Οι Ελληνες αγοραστές θα έπαιρναν επιτόκιο ανώτερο από το 2% που δίνουν οι ποικίλοι τζογαδόροι. Το κράτος θα δανείζονταν με 3,5% αντί για 6% ή 7%. Το χρήμα θα έμενε στο τόπο και η χώρα δε θα έχανε « μέρος της εθνικής της ανεξαρτησίας ».
Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν έκανε τον προαναφερθέντα χειρισμό, αλλά οδήγησε τη χώρα στην κηδεμονία της τρόικας και στη δήθεν σωτηρία της μέσω του δανεισμού. Και η Ε.Ε και το ΔΝΤ εγγυώνται αυτή την κηδεμονία, αρκεί η Ελλάδα να συνεχίσει να δανείζεται στο διηνεκές,δηλ. σε μια πορεία ελεγχόμενης πτώχευσης σαν κι αυτή που επέβαλε το ΔΝΤ στην Οραγουάη το 2003 , η οποία τη μετέτρεψε σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, χωρίς να τη γλυτώσει από το χρέος της.
Μονόδρομος, λοιπόν, ο καιάδας του ΔΝΤ; Οχι! Η χώρα διαθέτει 300 δισ. ευρώ σε καταθέσεις. Θα μπορούσε, λοιπόν, η κυβέρνηση να εκδώσει έντοκα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου με επιτόκιο, π.χ. 3,5 %. Έτσι : Οι Ελληνες αγοραστές θα έπαιρναν επιτόκιο ανώτερο από το 2% που δίνουν οι ποικίλοι τζογαδόροι. Το κράτος θα δανείζονταν με 3,5% αντί για 6% ή 7%. Το χρήμα θα έμενε στο τόπο και η χώρα δε θα έχανε « μέρος της εθνικής της ανεξαρτησίας ».
Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν έκανε τον προαναφερθέντα χειρισμό, αλλά οδήγησε τη χώρα στην κηδεμονία της τρόικας και στη δήθεν σωτηρία της μέσω του δανεισμού. Και η Ε.Ε και το ΔΝΤ εγγυώνται αυτή την κηδεμονία, αρκεί η Ελλάδα να συνεχίσει να δανείζεται στο διηνεκές,δηλ. σε μια πορεία ελεγχόμενης πτώχευσης σαν κι αυτή που επέβαλε το ΔΝΤ στην Οραγουάη το 2003 , η οποία τη μετέτρεψε σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, χωρίς να τη γλυτώσει από το χρέος της.
Αυτός είναι ο μονόδρομος που υπηρετεί η Πασοκική κυβέρνηση. Είναι η χώρα υποχρεωμένη να τον ακολουθήσει; « Η πρώτη διαταγή των νόμων είναι να νομίζουν τους λόγους του τυράννου ως νόμους απαράβατους ». έγραφε για τα καθεστώτα της τυραννίας ο Ανώνυμος Ελληνας στο προεπαναστατικό κείμενο της « Ελληνικής Νομαρχίας ». Ωστόσο μονόδρομοι δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και « νόμοι απαράβατοι ». Ιδίως όταν η αναζήτηση μιας εναλλακτικής προοπτικής αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη χώρα και το λαό της. Συμπληρωματικά στις παραπάνω σκέψεις θα πρόσθετα ένα χωρίο από την ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ της 3ης του Σεπτέμβρη 1974: « Κάθε εξουσία πηγάζει από το λαό, εκφράζει το λαό και υπηρετεί το λαό. Ακυρώνονται διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες που έχουν οδηγήσει την Ελλάδα σε οικονομική , πολιτική και στρατιωτική εξάρτηση από τα μονοπωλιακά συγκροτήματα της Δύσης και ιδιαίτερα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού ». Η Πασοκική κυβέρνηση νομίζω αλλά και κάθε Έλληνας πατριώτης οφείλει να εμπνέεται και να καθοδηγείται απ’ το νόημα του προαναφερθέντος χωρίου στην σημερινή οικονομική δυσπραγία.
Και σ’ αυτό τον μονόδρομο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ συνοδοιπορεί και η Ν.Δ., η οποία αποδέχεται την αντιμετώπιση του χρέους με δανεισμό, αλλά διαφωνεί ως προς τους όρους δανεισμού. Από κοντά στους δανειακούς χειρισμούς της κυβέρνησης και οι ευλογίες της Ντόρας και του λαϊκιστή υπερπατριώτη Γ. Καρατζαφέρη. Τελευταίο δείγμα αυτής της ομοθυμίας η σύμπλευση στην ψηφοφορία της δανειακής σύμβασης της χώρας με την τρόικα στις 8 Μαϊου 2010, το διαλάλητο ανά την επικράτεια « μνημόνιο ». Το κύριο στοιχείο αυτής της δανειακής σύμβασης είναι η πλήρης παραίτηση από κάθε έννομο δικαίωμα της χώρας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της έναντι οποιασδήποτε καταχρηστικής πρακτικής των δανειστών της. Στη διεθνή πρακτική δε θα βρει κανείς χειρότερη δανειακή σύμβαση ανάμεσα σε κράτη ή ακόμα και σε ιδιώτες. Κι αυτό γιατί « η δανειολήπτρια Ελλάδα έφτασε να « παραιτείται αμετάκλητα και άνευ όρων από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει σε σχέση με τα περιουσιακά της στοιχεία » ή από κάθε νομική διαδικασία συμπεριλαμβανομένης της ασυλίας από την άσκηση αγωγής, κατάσχεσης, αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των περιουσιακών της στοιχείων, εφόσον δεν απαγορεύεται αυτό από τον ειδικό νόμο ( Όρος 14, παρ. 5 της Σύμβασης ). Ενώ το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, με γνωμοδότησή του μας ξεκαθαρίζει το νόημα αυτού του όρου της σύμβασης : « Ούτε ο Δανειολήπτης ούτε τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας… ». Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση παραιτείται από την εθνική κυριαρχία της χώρας , δηλαδή παταιτείται από την προάσπιση όχι μόνο της δημόσιας περιουσίας, αλλά και εθνικού εδάφους έναντι των απαιτήσεων από τους δανειστές . Από την εποχή της περιβόητης «πράξης υποτέλειας » του 1826 στην οποία ο μόνος που εναντιώθηκε ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης, ανάλογη σύμβαση δεν υπάρχει στην ιστορία του ελληνικού κράτους, εκτός μόνο από τις «δανειακές συμβάσεις » που υπέγραψαν οι κυβερνήσεις των δοσιλόγων με τους Γερμανούς και Ιταλούς καταχτητές του 1940.
Παρόλα αυτά για τη σημερινή Ελλάδα οι κ.κ. Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου δεν περνά μέρα που να δηλώνουν ότι η χώρα δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει, με την ίδια έπαρση και την ίδια σιγουριά που τον περασμένο Ιανουάριο δήλωναν ότι δεν πρόκειται να αφήσουν τη χώρα να καταφύγει στο ΔΝΤ. Μ’ αυτά και μ’αυτά μάλλον έχει δίκιο ο Μανόλης Γλέζος που είπε για τους προαναφερθέντες ότι δεν είναι μόνο ψεύτες αλλά και επικίνδυνοι.
Και ενώ περιγράψαμε τα σημαντικότερα από τα όσα τρομερά συμβαίνουν στην Ελλάδα από το Μάρτη και δω , γι’ αυτά δυστυχώς έχει επιβληθεί σκόπιμη σιγή ειδήσεων. Ο πολίτης δε χρειάζεται να ξέρει τι γίνεται , ούτε να ενδιαφέρεται για το τι πρόκειται να συμβεί άμεσα. Τον αφήνουν να υποθέτει ότι όλα θα πάνε κατά τα αναμενόμενα και άρα η επίσημη προπαγάνδα μπορεί να τον αποπροσανατολίζει με τις ατελέσφορες εξεταστικές για τη Siemens, τους Μαντέληδες, το Βατοπέδι κ.λ.π, τα «πρωινάδικα», τα «μεσημεριανάδικα» και την τηλεδημοκρατία γενικώς, αρκεί ο κόσμος να μη σκέφτεται, να μην αναρωτιέται, να μην ανησυχεί και προπαντός να μην αφυπνίζεται. Η διατεταγμένη δημοσιογραφία στα Μ.Μ.Ε έχει βαλθεί να κάμει τον ελληνικό λαό να αποδεχθεί τα τετελεσμένα γεγονότα.
Εχουν φτιάξει μια … νιρβάνα για τον Ελληνα : Δεν πρέπει να ανησυχεί που σύντομα η χώρα βγαίνοντας σε νέο γύρο δανεισμού θα αντιμετωπίσει τους « γύπες » των αγορών. Δεν πρέπει να ανησυχεί για τον έλεγχο του ΔΝΤ τον Αύγουστο, που θα καθορίσει, αν θα εγκριθεί η δεύτερη εκταμίευση του δανείου. Δεν πρέπει ο Ελληνας ν’ ανησυχεί, όταν η κυβέρνηση καλεί κρυφά ομάδα Βρετανών οικονομολόγων, για να συσκεφθεί μαζί της για τη διαχείριση του χρέους. Γι’ αυτό άλλωστε το θέμα πέρασε στα ψιλά του τύπου.
Και στη διαχείριση του χρέους οι κυβερνητικές δυνάμεις με τη Ν.Δ., το ΛΑΟΣ, κ.λ.π. προωθούν την επιλογή της αναδιαπραγμάτευσης ή αναδιάρθρωσης του χρέους. Αναδιάρθρωση του χρέους γίνεται, όταν μια χώρα δηλώνει επίσημα ότι αδυνατεί να πληρώσει τους δανειστές της και προχωρά σε πτώχευση. Προηγείται ένας κύκλος διαπραγματεύσεων με τους δανειστές ομολογιούχους. Συνήθως οι διαπραγματεύσεις αυτές ξεκινούν πριν καν η χώρα δηλώσει επίσημα πτώχευση και προχωρήσει σε στάση πληρωμών. Όπως ακριβώς κάνει σήμερα και η ελληνική κυβέρνηση, η οποία από τον Απρίλη του 2010 έχει προσλάβει ξένους διαμεσολαβητές ,όπως την εταιρεία Lazard, που ειδικεύονται στην αναδιαπραγμάτευση ή αναδιάρθρωση του χρέους.
Τι αφορούν αυτές οι αναδιαπραγματεύσεις; Πρώτα και κύρια την αντικατάσταση των ομολόγων που έχουν ήδη στα χέρια τους οι δανειστές του ελληνικού κράτους με νέα μεγαλύτερης διάρκειας και διαφορετικής αξίας. Με αυτό τον τρόπο το χρεωμένο κράτος δεν απαλλάσεται από το χρέος του, αλλά προσπαθεί να επιμακρύνει τη χρονική διάρκεια αποπληρωμής του.
Φτσικά αυτό δε γίνεται με το αζημίωτο. Οι ομολογιούχοι , για να συμφωνήσουν να ανταλλάξουν τις αξίες που κρατούν με τις νέες αξίες που προσφέρει το κράτος , ζητούν μεγάλες αποζημιώσεις και πολλά ανταλλάγματα. Ετσι μια τέτοια διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του χρέους καταλήγει όχι απλά στο να μεταθέτει το πρόβλημα του χρέους , αλλά αυξάνει σημαντικά και το κόστος εξυπηρέτησής του.
Έγραφε στις 23 Ιουνίου ο οικονομολόγος συμπολίτης μας Αντώνης Δ. Μάντζιος σε έγκριτη τοπική εφημερίδα της Κατερίνης απευθυνόμενος στους τοπικούς βουλευτές του ΠΑΣΟΚ: «… Γιατί κ.κ. Βουλευτές υπάρχει λύση. Να απαιτήσουμε εμείς την επαναδιαπραγμάτευση.
Με μείωση των επιτοκίων, μ’ εξάλειψη του τοκογλυφικού χρέους, με επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης,…»
Θα ήθελα πραγματικά όλοι αυτοί που προτάσσουν την αναδιαπραγμάτευση του χρέους, όπως και ο προαναφερθείς συμπολίτης μας να μας απαντήσουν καθαρά σε μερικές βασικές ερωτήσεις :
1) Τι ακριβώς σκέφτονται να διαπραγματευτούν;
2) Τι πρόκειται να βάλουν στο διαπραγματευτικό τραπέζι, για να γλυκάνουν τους τοκογλύφους και κερδοσκόπους που κατέχουν πάνω από το 75% των ελληνικών ομολόγων;
3) Πώς ερχόμενοι σε διαπραγματεύσεις με αυτούς τους ομολογιούχους θα καταφέρουν να αποσπάσουν ένα συμβιβασμό ή μια ρύθμιση του χρέους, που να είναι ευνοϊκή για την Ελλάδα; Μήπως με την απειλή της παύσης πληρωμών;
4) Ξέρουν πολλές περιπτώσεις που εξαναγκάστηκαν οι ομολογιούχοι σε διαπραγματεύσεις μόνο υπό την απειλή της παύσης πληρωμών και να κατέληξαν σε συμφέρουσα λύση για τη φτωχευμένη χώρα, όταν σύμφωνα με έρευνες έγκυρων οικονομολόγων στις 280 και πλέον περιπτώσεις επίσημων χρεοκοπιών (παύσεων πληρωμών ) κρατών από το 1824 έως το 2009 δεν αναφέρουν να υπάρχει ούτε μία που να κατάφερε για το πτωχευμένο κράτος ευνοϊκή ρύθμιση.
5) Τι πρέπει να υποστούν η χώρα και ο λαός της, για να αντιληφθούν ότι διαπραγμάτευση ενός χρέους που δεν μπορεί να αποπληρωθεί, δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο εις βάρος του λαού και της χώρας.
6) Τι πρέπει να γίνει για να πειστούν; Πόση πείνα, πόση καταστροφή, πόση κατοχή πρέπει να βιώσει η χώρα και ο λαός, για να βάλουν μυαλό, όσοι υποστηρίζουν τη διαπραγμάτευση; Πού θέτουν τις « κόκκινες γραμμές » τους; Εχουν τέτοιες ή πρόκειται για ανέξοδη ρητορεία και για ένα συνηθισμένο αίτημα σκοπιμότητας ;
7) Ποια χώρα γλίτωσε από τη θανάσιμη λαβή των δανειστών της με αναδιαπραγμάτευση του χρέους; Εχουν έστω κι ένα παράδειγμα;
Τα λέμε όλα αυτά , διότι το χρέος της Ελλάδας δεν αντιμετωπίζεται με αναδιαπραγμάτευση. Είναι τέτοιο το χρέος και βρίσκεται σε τέτοια χέρια, ώστε δεν ξεμπερδεύει εύκολα κανείς με απειλές και διαπραγματεύσεις, ακόμη κι αν δεχτεί ότι αυτοί που το προτείνουν έχουν τις καλύτερες των προθέσεων. Για ποια κατάσταση στην Ελλάδα μας; Γι’ αυτή που σύμφωνα με τη CMA DataVision την 25 Ιουνίου η πιθανότητα πτώχευσης της χώρας μας εκτινάχτηκε στο 68,5% από 48,5% που ήταν δέκα μέρες νωρίτερα. Και δυστυχώς τα χειρότερα είναι μπροστά μας…
Και αναρωτιέται κανείς εναγωνίως τι γίνεται, τι κάνουμε ; Υπάρχει αντιμετώπιση του χρέους συμφέρουσα για το τόπο;
Το μόνο όπλο με το οποίο μπορεί ένα χρεωμένο κράτος να εκβιάσει ή να πιέσει τους δανειστές του, ιδίως όταν πρόκειται για διεθνείς τοκογλύφους και κερδοσκόπους, είναι η άρνηση πληρωμής του χρέους.
Tι σημαίνει άρνηση πληρωμής του χρέους; Η ελληνική κυβέρνηση επισήμως και η διατεταγμένη δημοσιογραφία επιχειρεί να ταυτίσει την άρνηση πληρωμής του χρέους με την πτώχευση. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Άρνηση της πληρωμής του χρέους εδώ και τώρα, σημαίνει άμεση παύση πληρωμών προς τους δανειστές, ώστε να διασωθούν τεράστιοι πόροι, που σήμερα διατίθενται για πληρωμή δανείων. Αντίθετα στην περίπτωση της πτώχευσης μπορεί να έχουμε μια προσωρινή στάση πληρωμών αλλά η χώρα και ο λαός της οδηγείται στη διάθεση και το έλεος των δανειστών της . Πτώχευση σημαίνει ότι μια χώρα δεν μπορεί να πληρώσει τους δανειστές της σε ρευστό και αναγκάζεται να πληρώσει σε είδος ανεχόμενη τη δήμευση των περιουσιακών της στοιχείων. Αντιθέτως προχωρά σε μονομερή άρνηση του χρέους ή σε μονομερή παύση πληρωμών ακριβώς, επειδή δε θέλει να της επιβληθεί ή να αναγκαστεί απ’ τις αγορές να κηρύξει πτώχευση. Η άρνηση του χρέους και η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθούν η χώρα και ο λαός στα πόδια τους, χωρίς το φόρο αίματος στους δανειστές. Με απλά λόγια με την άρνηση του χρέους γλιτώνουμε πάνω από 80 δις. ευρώ που είμαστε αναγκασμένοι να καταβάλουμε κάθε χρόνο στους δανειστές και για τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να δανειζόμαστε συνεχώς διογκώνοντας το δημόσιο χρέος.
«Μα δε θα έχουμε λεφτά να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις» διατυμπανίζει η κυβέρνηση.
Ψέμα. Το 97% όσων δανειστήκαμε την τελευταία δεκαετία πήγαν στην εξυπηρέτηση παλαιότερων δανείων και μόλις το 3% κάλυψε ελλείμματα του Δημοσίου.
Μόνο με την πτώχευση που ετοιμάζουν η κυβέρνηση και οι επιτηρητές της δε θα πληρώνονται μισθοί και συντάξεις.
Μόνο με την πολιτική που ακολουθεί σήμερα η κυβέρνηση θα βρεθεί στην ανάγκη να δεσμεύσει τις λαϊκές καταθέσεις στις τράπεζες, όπως έγινε στην Αργεντινή, προκειμένου να σώσει το τραπεζικό σύστημα της χώρας.
Αντίθετα με την άρνηση του χρέους γλιτώνοντας από το « χαράτσι » που πληρώνει η χώρα στους δανειστές , που το 2009 έφτασε 35% του ΑΕΠ, όχι μόνο μπορούμε να συνεχίσουμε να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις, αλλά επί πλέον με τους πόρους που θα περισώσουμε, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια γενναία αναδιανομή εισοδημάτων προς όφελος πρώτα και κύρια των μισθωτών και συνταξιούχων. Κι αυτό όχι μόνο ή απλώς για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης ή βελτίωσης του επιπέδου της ζωής τους , αλλά γιατί μόνο έτσι μπορεί να ξεκινήσει μια αληθινή παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Μα, λένε, δε θα μπορούμε να δανειστούμε για να καλύψουμε το έλλειμμα του κράτους.
Πράγματι , αν η χώρα μας αρνηθεί το χρέος της προς τους δανειστές της, δε θα μπορέσει ξανά να βγει στη διεθνή αγορά ομολόγων , για να δανειστεί. Αυτό όμως δεν είναι κακό, αλλά καλό, διότι θα γλιτώσει από τη διεθνή κερδοσκοπία και την εξυπηρέτηση των δανείων, έχοντας πια ασήμαντες πραγματικές δανειακές ανάγκες. Και αυτές κάλλιστα μπορεί να τις καλύψει από εσωτερικό δανεισμό, με όπλο το δικό της εθνικό νόμισμα όπως έκανε για δεκαετίες πριν μπει στο ευρώ, χωρίς να κινδυνεύει από χρεοκοπία.
Τι θα γίνει με τους «γύπες» = τους διεθνείς θεσμικούς επενδυτές των αγορών;
Αυτοί μόνο με τη μονομερή παύση (άρνηση) πληρωμών του χρέους μπορεί να αντιμετωπιστούν. Υπό την προϋπόθεση της αποχώρησης από την Ευρωζώνη , η οποία όχι μόνο παρέχει τη δυνατότητα να επανέλθουμε στο εθνικό νόμισμα, να έχουμε δικαίωμα στον δικό μας προϋπολογισμό και να αποκτήσουμε τον έλεγχο της οικονομίας, αλλά και στερεί από τους «γύπες»
τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια σε βάρος μας. Το να είσαι χρεοκοπημένος ως χώρα και εντός του ευρώ είναι για τους «γύπες» η πιο πρόσφορη λύση για να σε ταλαιπωρούν.
Ομως μια επαναφορά του εθνικόυ νομίσματος δε σημαίνει διαρκείς υποτιμήσεις και οικονομική καταστροφή;
Κι αυτό δεν είναι αλήθεια. Η Ελλάδα πριν μπει στο ευρώ υπέστη με τους χειρότερους δυνατούς όρους πάνω από 12 επίσημες υποτιμήσεις της δραχμής σε ολόκληρη τη μεταπολίτευση. Καμιά απ’ αυτές δεν την οδήγησε σε χρεοκοπία. Η επαναφορά στο εθνικό νόμισμα δε θα γίνει, για να το διαθέσουμε βορά στους κερδοσκόπους της παγκόσμιας αγοράς συναλλάγματος, όπως έκαναν ανέκαθεν οι κυβερνήσεις αυτής της χώρας, αλλά για να λυτρωθούμε από τις διαρκείς πιέσεις της κερδοσκοπίας, να ελέγξουμε την οικονομία μας, να χρηματοδοτήσουμε την παραγωγική της ανάπτυξη, να στηρίξουμε το λαϊκό εισόδημα , να επαναπροσανατολίσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.
Το αν μια υποτίμηση ενός εθνικού νομίσματος είναι καταστροφική ή ευεργετική για την παραγωγή και τα εισοδήματα εξαρτάται πρωτίστως από την πολιτική που το υποστηρίζει.
Αν συνοδεύεται από πολιτική σκληρής λιτότητας, παραγωγικής από-επένδυσης, ανοίγματος των αγορών και διάλυσης του «κοινωνικού κράτους» στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας», τότε πράγματι οδηγεί στη καταστροφή.
Αν γίνεται , για να χρηματοδοτηθούν η παραγωγή και οι εξαγωγές της χώρας, αν συνοδεύεται με ισχυρές πολιτικές κοινωνικής προστασίας και στήριξης του λαϊκού εισοδήματος, τότε ακόμη και μια απρόσμενη μεγάλη υποτίμηση δε θα επιφέρει σοβαρή ζημιά στην οικονομία και την κοινωνία.
Το τραπεζικό σύστημα όμως δε θα καταρρεύσει;
Με τη σημερινή «θηλιά» του χρέους είναι ήδη υπό κατάρρευση. Αν όμως προχωρήσουμε σε μονομερή άρνηση πληρωμών του χρέους συνοδεύοντάς την με εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών της χώρας, τότε θωρακίζουμε τις τράπεζες και την οικονομία . Με την εθνικοποίησή τους διασώζονται οι τράπεζες και μαζϊ τους οι λαϊκές αποταμιεύσεις και καταθέσεις. Μετατρέπονται από ιδρύματα σαράφικης εκμετάλλευσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε μοχλούς αναδιοργάνωσης και αναπτυξιακής στήριξης της μικρής και μεσαίας επιχείρησης. Επιπρόσθετα με την εθνικοποίησή τους μπορεί να ελεγχθεί η εκροή κεφαλαίων στο εξωτερικό, που αποτελεί μία από τις πιο μεγάλες πληγές της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτό μπορεί να γίνει, εάν επιβληθεί ένας αποτρεπτικός φόρος της τάξης του 80% - 90% για κάθε ευρώ που πηγαίνει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, κ.λ.π. , του εξωτερικού.
Αναφέροντας τις αντιδράσεις στη μονομερή άρνηση του χρέους και τις απαντήσεις σ’ αυτές θα ΄θελα να επισημάνω και αυτό: Το κεντρικό ζήτημα της μονομερούς άρνησης πληρωμής του χρέους δεν είναι η διαπραγμάτευση ή μη , η μερική ή ολική διαγραφή του χρέους , αλλά η μη αναγνώριση του χρέους και των υποχρεώσεών του από το λαό ως χρέος «απεχθές» ικανό να καταλύσει την εθνική κυριαρχία της χώρας. Έτσι δε θα αναγνωρίσουμε καμία απαίτηση στους δανειστές της χώρας να τη δημεύσουν, να την κατασχέσουν, να τη λεηλατήσουν. Δε θα αναγνωρίσουμε αποπληρωμή δανείων, που έχουμε πληρώσει διπλά και τρίδιπλα. Αρνούμαστε επιτέλους να ματώνουμε για δάνεια που ξεκινούν από το 1880, αλλά οι αγορές και οι μεγάλοι «εταίροι» μας έχουν επιβάλλει να πληρώνουμε ως σήμερα.
Φυσικά ο ελληνικός λαός δικαιούται να προχωρήσει σε άρνηση πληρωμής του χρέους, όχι γιατί θέλει να βλάψει κανέναν ή να « φάει » τα λεφτά των δανειστών του. Οφείλει να το κάνει , για να σώσει τη χώρα του από τις αγορές και τα αρπακτικά τους, για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του , για να λυτρωθεί επί τέλους από το διεφθαρμένο σύστημα που τον κυβερνά. Απεναντίας αιτήματα που αφορούν δάνεια τα οποία συνήφθησαν καλή τη πίστη και συνέβαλαν αποδεδειγμένα στη ανάπτυξη της χώρας , ο λαός δε θα αρνηθεί να συζητήσει την ικανοποίησή τους , στη βάση του αμοιβαίου οφέλους . Ιδιαίτερα π.χ. αν συνδέονται με χρήματα μικροκαταθετών και ασφαλιστικών ταμείων , που έτσι κι αλλιώς δεν υπερβαίνουν το 15% του σημερινού δημόσιου χρέους. Πάντα με βασική προϋπόθεση ότι καμιά τέτοια απαίτηση δε θα υπονομεύσει την πορεία της χώρας , δε θα υποθηκεύσει το μέλλον της .
Και έχουμε παραδείγματα χωρών υπερχρεωμένων της Λατινικής Αμερικής που κατάφεραν να επιβάλλουν την άρνηση του χρέους, όπως η Βενεζουέλα το 2001, η Βολιβία το 2004, το Εκουαδόρ το 2008 κοκ. Και κατόρθωσαν να πατήσουν στα πόδια τους , δεν έλυσαν όλα τα προβλήματά τους, όμως γλίτωσαν την κοινωνική και οικονομική καταστροφή. Αντίθετα άλλες λατινοαμερικάνικες υπερχρεωμένες χώρες στη δεκαετία του ΄80 επηρεασμένες από τις παρεμβάσεις του Κίσινγκερ προχώρησαν σε αναδιαπραγμάτευσή του αντί να αρνηθούν μονομερώς να το πληρώσουν, όπως απαιτούσαν οι λαοί τους. Το αποτέλεσμα ήταν ύστερα από σχεδόν δυο δεκαετίες άγριας λιτότητας , μαζικής εξαθλίωσης του πληθυσμού και καταστροφής να βρεθούν με υπερδιπλάσια χρέη από το ξεκίνημα της επαναδιαπραγμάτευσης . Με πιο πρόσφατο παράδειγμα την Αργεντινή. Εκεί ύστερα από τα δραματικά γεγονότα του 2001-2003, αν και ο ηγέτης της Κίρτσνερ σεβόμενος τη θέληση του λαού του ξαπόστειλε το ΔΝΤ, προχώρησε σε αναδιαπραγμάτευση του χρέους και όχι σε άρνηση του χρέους. Το αποτέλεσμα κατάφερε τη διαγραφή του 70% του χρέους αναγνωρίζοντας το 30%. Αυτό το υπόλοιπο βρέθηκε έκτοτε στα χέρια των πιο αδίστακτων επενδυτικών κεφαλαίων, που ονομάζονται γύπες (vulture funds) , που πιέζοντας αδιαλείπτως την Αργεντινή για τεράστιες αποζημιώσεις την ανάγκασαν πάλι φέτος να βγει σε δανεισμό από τη διεθνή αγορά με επιτόκια πάνω από 15%, για να τους αποζημιώσει. Έτσι η χώρα ξανάπεσε στα χέρια των διεθνών τοκογλύφων, επειδή ακολούθησε την αναδιαπραγμάτευση του χρέους και όχι τη μονομερή άρνηση πληρωμών αυτού.
Από τα όσα παραπάνω ανέπτυξα είναι επιτακτική η ανάγκη ο κάθε ενημερωμένος πολίτης να προτάσσει στην κρίση που ζούμε το αίτημα της άρνησης πληρωμής του χρέους. Πόσο μάλλον η κοινοβουλευτική αριστερά. Δυστυχώς η ηγεσία ΚΚΕ εναντιώνεται στην τρέχουσα κρίση με γενικές καταγγελίες του καπιταλισμού, ενώ η ηγεσία του ΣΥΝ. επικρίνει τις επιλογές της κυβέρνησης τρέμοντας μήπως τεθεί θέμα εξόδου από την ΟΝΕ και το ευρώ. Δεν αντιλαμβάνονται ότι, πριν έρθει πρώτα η Δευτέρα παρουσία ενός κάποιου σοσιαλισμού που θα μας σώσει από την κρίση κι απ’ όλα, κατά το ΚΚΕ και η Δευτέρα παρουσία μιας πανευρωπαϊκής αναγέννησης κατά το ΣΥΝ, χανόμαστε; Δε θα επρεπε να επεξεργάζονται θέσεις ενημερώνοντας τα μέλη τους και το λαό στην πολιτική επιλογή της άρνησης του χρέους; Μια επιλογή
καθαρά τακτικής μορφής για τη σωτηρία της χώρας που δεν είναι επαναστατική , ούτε σοσιαλιστική, αλλά είναι βαθιά δημοκρατική από τη σκοπιά του λαού και των εργαζομένων.
Γεννάται όμως το ερώτημα ποιος θα τα κάνει αυτά στον κάμπο του πολιτικού χαμού και της πολιτικής αναξιοπιστίας στη σημερινή Ελλάδα; Για να προχωρήσει μια χώρα σε μονομερή παύση πληρωμών απαιτείται πρώτα και κύρια πολιτική βούληση. Απαιτείται υπεύθυνη κυβέρνηση που να προτάσσει πάνω απ’ όλα το καλό της χώρας και του λαού της. Μια τέτοια κυβέρνηση που αντί να αναζητά « την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της στις αγορές » θα βγαίνει στην ξεκάθαρη ενημέρωση του λαού ζητώντας του τη συμπαράσταση και τη μαχητική στήριξή του, για να προχωρήσει σε μονομερή παύση πληρωμών, ώστε να μη επιβάλλει τα μέτρα λιτότητας και ασφυξίας που απαιτούν οι δανειστές και στην περίπτωσή μας η τρόικα.
Φυσικά μια τέτοια κυβέρνηση θα προχωρούσε αμέσως στη δημιουργία διακομματικής επιτροπής σε ισότιμη βάση έστω υπό τον Πρόεδρο της δημοκρατίας, η οποία θα είχε απεριόριστη δυνατότητα διερεύνησης όλων των συμβάσεων δανεισμού, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση έως σήμερα. Υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος, ύστερα από τα όσα ακούμε και διαβάζουμε σήμερα , που πιστεύει ότι οι συμβάσεις αυτές δεν κρύβουν λοβιτούρες άνευ προηγουμένου;
Μόνο οι συμβάσεις swap που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα με την Goldman Sachs και άλλες 15 τράπεζες αποτελούν σκάνδαλο πρώτου μεγέθους, που μπροστά τους το σκάνδαλο π.χ. της Siemens είναι μηδαμινό. Ταυτόχρονα θα έφερνε στη βουλή νόμο, ο οποίος θα καταργούσε με αναδρομική ισχύ κάθε ασυλία για όλα τα πολιτικά πρόσωπα , που καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα με ποινή τη δήμευση της περιουσίας τους και φυλάκιση.
Προβαίνοντας σ’ αυτές τις ενέργειες θα μπορούσε να απευθυνθεί επίσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ διεκδικώντας απ’ αυτή την αναγνώριση της μη πληρωμής των χρεών που δημιούργησαν οι προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις. Έτσι έπραξε ο πρόεδρος του Εκουαδόρ, ο Ραφαέλ Κορέα, το Δεκέμβριο του 2008 και ο ΟΗΕ του αναγνώρισε να μη πληρώσει η χώρα του τα χρέη που ήταν προϊόντα ρεμούλας προηγούμενων διεφθαρμένων κυβερνήσεων. Και έτσι δεν κουνήθηκε φύλο εναντίον του Εκουαδόρ. Και μιλάμε για μια χώρα με πληθυσμό 13,6 εκατ. κατοίκους και με ΑΕΠ (2008) λίγο πάνω από το 16% του αντίστοιχου ΑΕΠ της Ελλάδας,
Και σ’ αυτό τον μονόδρομο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ συνοδοιπορεί και η Ν.Δ., η οποία αποδέχεται την αντιμετώπιση του χρέους με δανεισμό, αλλά διαφωνεί ως προς τους όρους δανεισμού. Από κοντά στους δανειακούς χειρισμούς της κυβέρνησης και οι ευλογίες της Ντόρας και του λαϊκιστή υπερπατριώτη Γ. Καρατζαφέρη. Τελευταίο δείγμα αυτής της ομοθυμίας η σύμπλευση στην ψηφοφορία της δανειακής σύμβασης της χώρας με την τρόικα στις 8 Μαϊου 2010, το διαλάλητο ανά την επικράτεια « μνημόνιο ». Το κύριο στοιχείο αυτής της δανειακής σύμβασης είναι η πλήρης παραίτηση από κάθε έννομο δικαίωμα της χώρας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της έναντι οποιασδήποτε καταχρηστικής πρακτικής των δανειστών της. Στη διεθνή πρακτική δε θα βρει κανείς χειρότερη δανειακή σύμβαση ανάμεσα σε κράτη ή ακόμα και σε ιδιώτες. Κι αυτό γιατί « η δανειολήπτρια Ελλάδα έφτασε να « παραιτείται αμετάκλητα και άνευ όρων από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει σε σχέση με τα περιουσιακά της στοιχεία » ή από κάθε νομική διαδικασία συμπεριλαμβανομένης της ασυλίας από την άσκηση αγωγής, κατάσχεσης, αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των περιουσιακών της στοιχείων, εφόσον δεν απαγορεύεται αυτό από τον ειδικό νόμο ( Όρος 14, παρ. 5 της Σύμβασης ). Ενώ το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, με γνωμοδότησή του μας ξεκαθαρίζει το νόημα αυτού του όρου της σύμβασης : « Ούτε ο Δανειολήπτης ούτε τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας… ». Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση παραιτείται από την εθνική κυριαρχία της χώρας , δηλαδή παταιτείται από την προάσπιση όχι μόνο της δημόσιας περιουσίας, αλλά και εθνικού εδάφους έναντι των απαιτήσεων από τους δανειστές . Από την εποχή της περιβόητης «πράξης υποτέλειας » του 1826 στην οποία ο μόνος που εναντιώθηκε ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης, ανάλογη σύμβαση δεν υπάρχει στην ιστορία του ελληνικού κράτους, εκτός μόνο από τις «δανειακές συμβάσεις » που υπέγραψαν οι κυβερνήσεις των δοσιλόγων με τους Γερμανούς και Ιταλούς καταχτητές του 1940.
Παρόλα αυτά για τη σημερινή Ελλάδα οι κ.κ. Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου δεν περνά μέρα που να δηλώνουν ότι η χώρα δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει, με την ίδια έπαρση και την ίδια σιγουριά που τον περασμένο Ιανουάριο δήλωναν ότι δεν πρόκειται να αφήσουν τη χώρα να καταφύγει στο ΔΝΤ. Μ’ αυτά και μ’αυτά μάλλον έχει δίκιο ο Μανόλης Γλέζος που είπε για τους προαναφερθέντες ότι δεν είναι μόνο ψεύτες αλλά και επικίνδυνοι.
Και ενώ περιγράψαμε τα σημαντικότερα από τα όσα τρομερά συμβαίνουν στην Ελλάδα από το Μάρτη και δω , γι’ αυτά δυστυχώς έχει επιβληθεί σκόπιμη σιγή ειδήσεων. Ο πολίτης δε χρειάζεται να ξέρει τι γίνεται , ούτε να ενδιαφέρεται για το τι πρόκειται να συμβεί άμεσα. Τον αφήνουν να υποθέτει ότι όλα θα πάνε κατά τα αναμενόμενα και άρα η επίσημη προπαγάνδα μπορεί να τον αποπροσανατολίζει με τις ατελέσφορες εξεταστικές για τη Siemens, τους Μαντέληδες, το Βατοπέδι κ.λ.π, τα «πρωινάδικα», τα «μεσημεριανάδικα» και την τηλεδημοκρατία γενικώς, αρκεί ο κόσμος να μη σκέφτεται, να μην αναρωτιέται, να μην ανησυχεί και προπαντός να μην αφυπνίζεται. Η διατεταγμένη δημοσιογραφία στα Μ.Μ.Ε έχει βαλθεί να κάμει τον ελληνικό λαό να αποδεχθεί τα τετελεσμένα γεγονότα.
Εχουν φτιάξει μια … νιρβάνα για τον Ελληνα : Δεν πρέπει να ανησυχεί που σύντομα η χώρα βγαίνοντας σε νέο γύρο δανεισμού θα αντιμετωπίσει τους « γύπες » των αγορών. Δεν πρέπει να ανησυχεί για τον έλεγχο του ΔΝΤ τον Αύγουστο, που θα καθορίσει, αν θα εγκριθεί η δεύτερη εκταμίευση του δανείου. Δεν πρέπει ο Ελληνας ν’ ανησυχεί, όταν η κυβέρνηση καλεί κρυφά ομάδα Βρετανών οικονομολόγων, για να συσκεφθεί μαζί της για τη διαχείριση του χρέους. Γι’ αυτό άλλωστε το θέμα πέρασε στα ψιλά του τύπου.
Και στη διαχείριση του χρέους οι κυβερνητικές δυνάμεις με τη Ν.Δ., το ΛΑΟΣ, κ.λ.π. προωθούν την επιλογή της αναδιαπραγμάτευσης ή αναδιάρθρωσης του χρέους. Αναδιάρθρωση του χρέους γίνεται, όταν μια χώρα δηλώνει επίσημα ότι αδυνατεί να πληρώσει τους δανειστές της και προχωρά σε πτώχευση. Προηγείται ένας κύκλος διαπραγματεύσεων με τους δανειστές ομολογιούχους. Συνήθως οι διαπραγματεύσεις αυτές ξεκινούν πριν καν η χώρα δηλώσει επίσημα πτώχευση και προχωρήσει σε στάση πληρωμών. Όπως ακριβώς κάνει σήμερα και η ελληνική κυβέρνηση, η οποία από τον Απρίλη του 2010 έχει προσλάβει ξένους διαμεσολαβητές ,όπως την εταιρεία Lazard, που ειδικεύονται στην αναδιαπραγμάτευση ή αναδιάρθρωση του χρέους.
Τι αφορούν αυτές οι αναδιαπραγματεύσεις; Πρώτα και κύρια την αντικατάσταση των ομολόγων που έχουν ήδη στα χέρια τους οι δανειστές του ελληνικού κράτους με νέα μεγαλύτερης διάρκειας και διαφορετικής αξίας. Με αυτό τον τρόπο το χρεωμένο κράτος δεν απαλλάσεται από το χρέος του, αλλά προσπαθεί να επιμακρύνει τη χρονική διάρκεια αποπληρωμής του.
Φτσικά αυτό δε γίνεται με το αζημίωτο. Οι ομολογιούχοι , για να συμφωνήσουν να ανταλλάξουν τις αξίες που κρατούν με τις νέες αξίες που προσφέρει το κράτος , ζητούν μεγάλες αποζημιώσεις και πολλά ανταλλάγματα. Ετσι μια τέτοια διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του χρέους καταλήγει όχι απλά στο να μεταθέτει το πρόβλημα του χρέους , αλλά αυξάνει σημαντικά και το κόστος εξυπηρέτησής του.
Έγραφε στις 23 Ιουνίου ο οικονομολόγος συμπολίτης μας Αντώνης Δ. Μάντζιος σε έγκριτη τοπική εφημερίδα της Κατερίνης απευθυνόμενος στους τοπικούς βουλευτές του ΠΑΣΟΚ: «… Γιατί κ.κ. Βουλευτές υπάρχει λύση. Να απαιτήσουμε εμείς την επαναδιαπραγμάτευση.
Με μείωση των επιτοκίων, μ’ εξάλειψη του τοκογλυφικού χρέους, με επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης,…»
Θα ήθελα πραγματικά όλοι αυτοί που προτάσσουν την αναδιαπραγμάτευση του χρέους, όπως και ο προαναφερθείς συμπολίτης μας να μας απαντήσουν καθαρά σε μερικές βασικές ερωτήσεις :
1) Τι ακριβώς σκέφτονται να διαπραγματευτούν;
2) Τι πρόκειται να βάλουν στο διαπραγματευτικό τραπέζι, για να γλυκάνουν τους τοκογλύφους και κερδοσκόπους που κατέχουν πάνω από το 75% των ελληνικών ομολόγων;
3) Πώς ερχόμενοι σε διαπραγματεύσεις με αυτούς τους ομολογιούχους θα καταφέρουν να αποσπάσουν ένα συμβιβασμό ή μια ρύθμιση του χρέους, που να είναι ευνοϊκή για την Ελλάδα; Μήπως με την απειλή της παύσης πληρωμών;
4) Ξέρουν πολλές περιπτώσεις που εξαναγκάστηκαν οι ομολογιούχοι σε διαπραγματεύσεις μόνο υπό την απειλή της παύσης πληρωμών και να κατέληξαν σε συμφέρουσα λύση για τη φτωχευμένη χώρα, όταν σύμφωνα με έρευνες έγκυρων οικονομολόγων στις 280 και πλέον περιπτώσεις επίσημων χρεοκοπιών (παύσεων πληρωμών ) κρατών από το 1824 έως το 2009 δεν αναφέρουν να υπάρχει ούτε μία που να κατάφερε για το πτωχευμένο κράτος ευνοϊκή ρύθμιση.
5) Τι πρέπει να υποστούν η χώρα και ο λαός της, για να αντιληφθούν ότι διαπραγμάτευση ενός χρέους που δεν μπορεί να αποπληρωθεί, δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο εις βάρος του λαού και της χώρας.
6) Τι πρέπει να γίνει για να πειστούν; Πόση πείνα, πόση καταστροφή, πόση κατοχή πρέπει να βιώσει η χώρα και ο λαός, για να βάλουν μυαλό, όσοι υποστηρίζουν τη διαπραγμάτευση; Πού θέτουν τις « κόκκινες γραμμές » τους; Εχουν τέτοιες ή πρόκειται για ανέξοδη ρητορεία και για ένα συνηθισμένο αίτημα σκοπιμότητας ;
7) Ποια χώρα γλίτωσε από τη θανάσιμη λαβή των δανειστών της με αναδιαπραγμάτευση του χρέους; Εχουν έστω κι ένα παράδειγμα;
Τα λέμε όλα αυτά , διότι το χρέος της Ελλάδας δεν αντιμετωπίζεται με αναδιαπραγμάτευση. Είναι τέτοιο το χρέος και βρίσκεται σε τέτοια χέρια, ώστε δεν ξεμπερδεύει εύκολα κανείς με απειλές και διαπραγματεύσεις, ακόμη κι αν δεχτεί ότι αυτοί που το προτείνουν έχουν τις καλύτερες των προθέσεων. Για ποια κατάσταση στην Ελλάδα μας; Γι’ αυτή που σύμφωνα με τη CMA DataVision την 25 Ιουνίου η πιθανότητα πτώχευσης της χώρας μας εκτινάχτηκε στο 68,5% από 48,5% που ήταν δέκα μέρες νωρίτερα. Και δυστυχώς τα χειρότερα είναι μπροστά μας…
Και αναρωτιέται κανείς εναγωνίως τι γίνεται, τι κάνουμε ; Υπάρχει αντιμετώπιση του χρέους συμφέρουσα για το τόπο;
Το μόνο όπλο με το οποίο μπορεί ένα χρεωμένο κράτος να εκβιάσει ή να πιέσει τους δανειστές του, ιδίως όταν πρόκειται για διεθνείς τοκογλύφους και κερδοσκόπους, είναι η άρνηση πληρωμής του χρέους.
Tι σημαίνει άρνηση πληρωμής του χρέους; Η ελληνική κυβέρνηση επισήμως και η διατεταγμένη δημοσιογραφία επιχειρεί να ταυτίσει την άρνηση πληρωμής του χρέους με την πτώχευση. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Άρνηση της πληρωμής του χρέους εδώ και τώρα, σημαίνει άμεση παύση πληρωμών προς τους δανειστές, ώστε να διασωθούν τεράστιοι πόροι, που σήμερα διατίθενται για πληρωμή δανείων. Αντίθετα στην περίπτωση της πτώχευσης μπορεί να έχουμε μια προσωρινή στάση πληρωμών αλλά η χώρα και ο λαός της οδηγείται στη διάθεση και το έλεος των δανειστών της . Πτώχευση σημαίνει ότι μια χώρα δεν μπορεί να πληρώσει τους δανειστές της σε ρευστό και αναγκάζεται να πληρώσει σε είδος ανεχόμενη τη δήμευση των περιουσιακών της στοιχείων. Αντιθέτως προχωρά σε μονομερή άρνηση του χρέους ή σε μονομερή παύση πληρωμών ακριβώς, επειδή δε θέλει να της επιβληθεί ή να αναγκαστεί απ’ τις αγορές να κηρύξει πτώχευση. Η άρνηση του χρέους και η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθούν η χώρα και ο λαός στα πόδια τους, χωρίς το φόρο αίματος στους δανειστές. Με απλά λόγια με την άρνηση του χρέους γλιτώνουμε πάνω από 80 δις. ευρώ που είμαστε αναγκασμένοι να καταβάλουμε κάθε χρόνο στους δανειστές και για τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να δανειζόμαστε συνεχώς διογκώνοντας το δημόσιο χρέος.
«Μα δε θα έχουμε λεφτά να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις» διατυμπανίζει η κυβέρνηση.
Ψέμα. Το 97% όσων δανειστήκαμε την τελευταία δεκαετία πήγαν στην εξυπηρέτηση παλαιότερων δανείων και μόλις το 3% κάλυψε ελλείμματα του Δημοσίου.
Μόνο με την πτώχευση που ετοιμάζουν η κυβέρνηση και οι επιτηρητές της δε θα πληρώνονται μισθοί και συντάξεις.
Μόνο με την πολιτική που ακολουθεί σήμερα η κυβέρνηση θα βρεθεί στην ανάγκη να δεσμεύσει τις λαϊκές καταθέσεις στις τράπεζες, όπως έγινε στην Αργεντινή, προκειμένου να σώσει το τραπεζικό σύστημα της χώρας.
Αντίθετα με την άρνηση του χρέους γλιτώνοντας από το « χαράτσι » που πληρώνει η χώρα στους δανειστές , που το 2009 έφτασε 35% του ΑΕΠ, όχι μόνο μπορούμε να συνεχίσουμε να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις, αλλά επί πλέον με τους πόρους που θα περισώσουμε, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια γενναία αναδιανομή εισοδημάτων προς όφελος πρώτα και κύρια των μισθωτών και συνταξιούχων. Κι αυτό όχι μόνο ή απλώς για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης ή βελτίωσης του επιπέδου της ζωής τους , αλλά γιατί μόνο έτσι μπορεί να ξεκινήσει μια αληθινή παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Μα, λένε, δε θα μπορούμε να δανειστούμε για να καλύψουμε το έλλειμμα του κράτους.
Πράγματι , αν η χώρα μας αρνηθεί το χρέος της προς τους δανειστές της, δε θα μπορέσει ξανά να βγει στη διεθνή αγορά ομολόγων , για να δανειστεί. Αυτό όμως δεν είναι κακό, αλλά καλό, διότι θα γλιτώσει από τη διεθνή κερδοσκοπία και την εξυπηρέτηση των δανείων, έχοντας πια ασήμαντες πραγματικές δανειακές ανάγκες. Και αυτές κάλλιστα μπορεί να τις καλύψει από εσωτερικό δανεισμό, με όπλο το δικό της εθνικό νόμισμα όπως έκανε για δεκαετίες πριν μπει στο ευρώ, χωρίς να κινδυνεύει από χρεοκοπία.
Τι θα γίνει με τους «γύπες» = τους διεθνείς θεσμικούς επενδυτές των αγορών;
Αυτοί μόνο με τη μονομερή παύση (άρνηση) πληρωμών του χρέους μπορεί να αντιμετωπιστούν. Υπό την προϋπόθεση της αποχώρησης από την Ευρωζώνη , η οποία όχι μόνο παρέχει τη δυνατότητα να επανέλθουμε στο εθνικό νόμισμα, να έχουμε δικαίωμα στον δικό μας προϋπολογισμό και να αποκτήσουμε τον έλεγχο της οικονομίας, αλλά και στερεί από τους «γύπες»
τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια σε βάρος μας. Το να είσαι χρεοκοπημένος ως χώρα και εντός του ευρώ είναι για τους «γύπες» η πιο πρόσφορη λύση για να σε ταλαιπωρούν.
Ομως μια επαναφορά του εθνικόυ νομίσματος δε σημαίνει διαρκείς υποτιμήσεις και οικονομική καταστροφή;
Κι αυτό δεν είναι αλήθεια. Η Ελλάδα πριν μπει στο ευρώ υπέστη με τους χειρότερους δυνατούς όρους πάνω από 12 επίσημες υποτιμήσεις της δραχμής σε ολόκληρη τη μεταπολίτευση. Καμιά απ’ αυτές δεν την οδήγησε σε χρεοκοπία. Η επαναφορά στο εθνικό νόμισμα δε θα γίνει, για να το διαθέσουμε βορά στους κερδοσκόπους της παγκόσμιας αγοράς συναλλάγματος, όπως έκαναν ανέκαθεν οι κυβερνήσεις αυτής της χώρας, αλλά για να λυτρωθούμε από τις διαρκείς πιέσεις της κερδοσκοπίας, να ελέγξουμε την οικονομία μας, να χρηματοδοτήσουμε την παραγωγική της ανάπτυξη, να στηρίξουμε το λαϊκό εισόδημα , να επαναπροσανατολίσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.
Το αν μια υποτίμηση ενός εθνικού νομίσματος είναι καταστροφική ή ευεργετική για την παραγωγή και τα εισοδήματα εξαρτάται πρωτίστως από την πολιτική που το υποστηρίζει.
Αν συνοδεύεται από πολιτική σκληρής λιτότητας, παραγωγικής από-επένδυσης, ανοίγματος των αγορών και διάλυσης του «κοινωνικού κράτους» στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας», τότε πράγματι οδηγεί στη καταστροφή.
Αν γίνεται , για να χρηματοδοτηθούν η παραγωγή και οι εξαγωγές της χώρας, αν συνοδεύεται με ισχυρές πολιτικές κοινωνικής προστασίας και στήριξης του λαϊκού εισοδήματος, τότε ακόμη και μια απρόσμενη μεγάλη υποτίμηση δε θα επιφέρει σοβαρή ζημιά στην οικονομία και την κοινωνία.
Το τραπεζικό σύστημα όμως δε θα καταρρεύσει;
Με τη σημερινή «θηλιά» του χρέους είναι ήδη υπό κατάρρευση. Αν όμως προχωρήσουμε σε μονομερή άρνηση πληρωμών του χρέους συνοδεύοντάς την με εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών της χώρας, τότε θωρακίζουμε τις τράπεζες και την οικονομία . Με την εθνικοποίησή τους διασώζονται οι τράπεζες και μαζϊ τους οι λαϊκές αποταμιεύσεις και καταθέσεις. Μετατρέπονται από ιδρύματα σαράφικης εκμετάλλευσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε μοχλούς αναδιοργάνωσης και αναπτυξιακής στήριξης της μικρής και μεσαίας επιχείρησης. Επιπρόσθετα με την εθνικοποίησή τους μπορεί να ελεγχθεί η εκροή κεφαλαίων στο εξωτερικό, που αποτελεί μία από τις πιο μεγάλες πληγές της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτό μπορεί να γίνει, εάν επιβληθεί ένας αποτρεπτικός φόρος της τάξης του 80% - 90% για κάθε ευρώ που πηγαίνει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, κ.λ.π. , του εξωτερικού.
Αναφέροντας τις αντιδράσεις στη μονομερή άρνηση του χρέους και τις απαντήσεις σ’ αυτές θα ΄θελα να επισημάνω και αυτό: Το κεντρικό ζήτημα της μονομερούς άρνησης πληρωμής του χρέους δεν είναι η διαπραγμάτευση ή μη , η μερική ή ολική διαγραφή του χρέους , αλλά η μη αναγνώριση του χρέους και των υποχρεώσεών του από το λαό ως χρέος «απεχθές» ικανό να καταλύσει την εθνική κυριαρχία της χώρας. Έτσι δε θα αναγνωρίσουμε καμία απαίτηση στους δανειστές της χώρας να τη δημεύσουν, να την κατασχέσουν, να τη λεηλατήσουν. Δε θα αναγνωρίσουμε αποπληρωμή δανείων, που έχουμε πληρώσει διπλά και τρίδιπλα. Αρνούμαστε επιτέλους να ματώνουμε για δάνεια που ξεκινούν από το 1880, αλλά οι αγορές και οι μεγάλοι «εταίροι» μας έχουν επιβάλλει να πληρώνουμε ως σήμερα.
Φυσικά ο ελληνικός λαός δικαιούται να προχωρήσει σε άρνηση πληρωμής του χρέους, όχι γιατί θέλει να βλάψει κανέναν ή να « φάει » τα λεφτά των δανειστών του. Οφείλει να το κάνει , για να σώσει τη χώρα του από τις αγορές και τα αρπακτικά τους, για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του , για να λυτρωθεί επί τέλους από το διεφθαρμένο σύστημα που τον κυβερνά. Απεναντίας αιτήματα που αφορούν δάνεια τα οποία συνήφθησαν καλή τη πίστη και συνέβαλαν αποδεδειγμένα στη ανάπτυξη της χώρας , ο λαός δε θα αρνηθεί να συζητήσει την ικανοποίησή τους , στη βάση του αμοιβαίου οφέλους . Ιδιαίτερα π.χ. αν συνδέονται με χρήματα μικροκαταθετών και ασφαλιστικών ταμείων , που έτσι κι αλλιώς δεν υπερβαίνουν το 15% του σημερινού δημόσιου χρέους. Πάντα με βασική προϋπόθεση ότι καμιά τέτοια απαίτηση δε θα υπονομεύσει την πορεία της χώρας , δε θα υποθηκεύσει το μέλλον της .
Και έχουμε παραδείγματα χωρών υπερχρεωμένων της Λατινικής Αμερικής που κατάφεραν να επιβάλλουν την άρνηση του χρέους, όπως η Βενεζουέλα το 2001, η Βολιβία το 2004, το Εκουαδόρ το 2008 κοκ. Και κατόρθωσαν να πατήσουν στα πόδια τους , δεν έλυσαν όλα τα προβλήματά τους, όμως γλίτωσαν την κοινωνική και οικονομική καταστροφή. Αντίθετα άλλες λατινοαμερικάνικες υπερχρεωμένες χώρες στη δεκαετία του ΄80 επηρεασμένες από τις παρεμβάσεις του Κίσινγκερ προχώρησαν σε αναδιαπραγμάτευσή του αντί να αρνηθούν μονομερώς να το πληρώσουν, όπως απαιτούσαν οι λαοί τους. Το αποτέλεσμα ήταν ύστερα από σχεδόν δυο δεκαετίες άγριας λιτότητας , μαζικής εξαθλίωσης του πληθυσμού και καταστροφής να βρεθούν με υπερδιπλάσια χρέη από το ξεκίνημα της επαναδιαπραγμάτευσης . Με πιο πρόσφατο παράδειγμα την Αργεντινή. Εκεί ύστερα από τα δραματικά γεγονότα του 2001-2003, αν και ο ηγέτης της Κίρτσνερ σεβόμενος τη θέληση του λαού του ξαπόστειλε το ΔΝΤ, προχώρησε σε αναδιαπραγμάτευση του χρέους και όχι σε άρνηση του χρέους. Το αποτέλεσμα κατάφερε τη διαγραφή του 70% του χρέους αναγνωρίζοντας το 30%. Αυτό το υπόλοιπο βρέθηκε έκτοτε στα χέρια των πιο αδίστακτων επενδυτικών κεφαλαίων, που ονομάζονται γύπες (vulture funds) , που πιέζοντας αδιαλείπτως την Αργεντινή για τεράστιες αποζημιώσεις την ανάγκασαν πάλι φέτος να βγει σε δανεισμό από τη διεθνή αγορά με επιτόκια πάνω από 15%, για να τους αποζημιώσει. Έτσι η χώρα ξανάπεσε στα χέρια των διεθνών τοκογλύφων, επειδή ακολούθησε την αναδιαπραγμάτευση του χρέους και όχι τη μονομερή άρνηση πληρωμών αυτού.
Από τα όσα παραπάνω ανέπτυξα είναι επιτακτική η ανάγκη ο κάθε ενημερωμένος πολίτης να προτάσσει στην κρίση που ζούμε το αίτημα της άρνησης πληρωμής του χρέους. Πόσο μάλλον η κοινοβουλευτική αριστερά. Δυστυχώς η ηγεσία ΚΚΕ εναντιώνεται στην τρέχουσα κρίση με γενικές καταγγελίες του καπιταλισμού, ενώ η ηγεσία του ΣΥΝ. επικρίνει τις επιλογές της κυβέρνησης τρέμοντας μήπως τεθεί θέμα εξόδου από την ΟΝΕ και το ευρώ. Δεν αντιλαμβάνονται ότι, πριν έρθει πρώτα η Δευτέρα παρουσία ενός κάποιου σοσιαλισμού που θα μας σώσει από την κρίση κι απ’ όλα, κατά το ΚΚΕ και η Δευτέρα παρουσία μιας πανευρωπαϊκής αναγέννησης κατά το ΣΥΝ, χανόμαστε; Δε θα επρεπε να επεξεργάζονται θέσεις ενημερώνοντας τα μέλη τους και το λαό στην πολιτική επιλογή της άρνησης του χρέους; Μια επιλογή
καθαρά τακτικής μορφής για τη σωτηρία της χώρας που δεν είναι επαναστατική , ούτε σοσιαλιστική, αλλά είναι βαθιά δημοκρατική από τη σκοπιά του λαού και των εργαζομένων.
Γεννάται όμως το ερώτημα ποιος θα τα κάνει αυτά στον κάμπο του πολιτικού χαμού και της πολιτικής αναξιοπιστίας στη σημερινή Ελλάδα; Για να προχωρήσει μια χώρα σε μονομερή παύση πληρωμών απαιτείται πρώτα και κύρια πολιτική βούληση. Απαιτείται υπεύθυνη κυβέρνηση που να προτάσσει πάνω απ’ όλα το καλό της χώρας και του λαού της. Μια τέτοια κυβέρνηση που αντί να αναζητά « την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της στις αγορές » θα βγαίνει στην ξεκάθαρη ενημέρωση του λαού ζητώντας του τη συμπαράσταση και τη μαχητική στήριξή του, για να προχωρήσει σε μονομερή παύση πληρωμών, ώστε να μη επιβάλλει τα μέτρα λιτότητας και ασφυξίας που απαιτούν οι δανειστές και στην περίπτωσή μας η τρόικα.
Φυσικά μια τέτοια κυβέρνηση θα προχωρούσε αμέσως στη δημιουργία διακομματικής επιτροπής σε ισότιμη βάση έστω υπό τον Πρόεδρο της δημοκρατίας, η οποία θα είχε απεριόριστη δυνατότητα διερεύνησης όλων των συμβάσεων δανεισμού, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση έως σήμερα. Υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος, ύστερα από τα όσα ακούμε και διαβάζουμε σήμερα , που πιστεύει ότι οι συμβάσεις αυτές δεν κρύβουν λοβιτούρες άνευ προηγουμένου;
Μόνο οι συμβάσεις swap που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα με την Goldman Sachs και άλλες 15 τράπεζες αποτελούν σκάνδαλο πρώτου μεγέθους, που μπροστά τους το σκάνδαλο π.χ. της Siemens είναι μηδαμινό. Ταυτόχρονα θα έφερνε στη βουλή νόμο, ο οποίος θα καταργούσε με αναδρομική ισχύ κάθε ασυλία για όλα τα πολιτικά πρόσωπα , που καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα με ποινή τη δήμευση της περιουσίας τους και φυλάκιση.
Προβαίνοντας σ’ αυτές τις ενέργειες θα μπορούσε να απευθυνθεί επίσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ διεκδικώντας απ’ αυτή την αναγνώριση της μη πληρωμής των χρεών που δημιούργησαν οι προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις. Έτσι έπραξε ο πρόεδρος του Εκουαδόρ, ο Ραφαέλ Κορέα, το Δεκέμβριο του 2008 και ο ΟΗΕ του αναγνώρισε να μη πληρώσει η χώρα του τα χρέη που ήταν προϊόντα ρεμούλας προηγούμενων διεφθαρμένων κυβερνήσεων. Και έτσι δεν κουνήθηκε φύλο εναντίον του Εκουαδόρ. Και μιλάμε για μια χώρα με πληθυσμό 13,6 εκατ. κατοίκους και με ΑΕΠ (2008) λίγο πάνω από το 16% του αντίστοιχου ΑΕΠ της Ελλάδας,
Κλείνοντας θέλω να τονίσω ότι η μονομερής άρνηση του χρέους δεν είναι η πανάκεια για τη συνολική δυσπραγία του τόπου μας, αλλά είναι το πρώτο αποτελεσματικό βήμα ουσιαστικής ανακούφισής της. Είναι ένα αμυντικό μέτρο, για να διασωθούν τεράστιοι πόροι που πηγαίνουν στην αποπληρωμή των χρεών.
Υ Γ. : Τα περισσότερα στοιχεία άντλησα από τις
οικονομολογικές αναλύσεις του Δ. Καζάκη: οικονομολόγου - συγγραφέα.
οικονομολογικές αναλύσεις του Δ. Καζάκη: οικονομολόγου - συγγραφέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου